Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

Ιωάννης Δ. Μαυραντζάς (1911-2013)

Επικήδειος λόγος για τον παππού μου Ιωάννη Δ. Μαυραντζά
 (Απεβίωσε στις 8/10/2013)

Κυρίες και Κύριοι,

Ο Ιωάννης Μαυραντζάς ήταν γιος του Δημητρίου και της Αθανασίας Μαυραντζά. Γεννήθηκε το 1911 εδώ, στο Μελίσσι, και έζησε όλα τα γεγονότα της νεότερης και σύγχρονης ιστορίας.
Βίωσε το Μικρασιατικό πόλεμο με τα μάτια του μικρού παιδιού βλέποντας, όπως μου έλεγε, τους συγχωριανούς του να γλεντούν το τελευταίο βράδυ, πριν φύγουν για το μέτωπο της Μικρασίας. Μεγάλος πια κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου υπηρέτησε τον Ελληνικό στρατό σε μονάδες εκχιονισμού στο Πισοδέρι της Φλώρινας και σε άλλα μέρη των βουνών της Πίνδου. Οικογενειάρχης βρέθηκε αποκλεισμένος μαζί με τη γυναίκα του στην Αθήνα κατά τα Δεκεμβριανά. Μιλούσε πάντα με ευγνωμοσύνη για τον αγαπημένο του αδερφό Ανδρέα και ιδιαίτερα για τη νύφη του Τούλα, διότι χάρη στη δική τους φιλοξενία μπόρεσαν να επιβιώσουν.

 Παππού μου,

Ήσουν μέχρι σήμερα για μένα το ζωντανό βιβλίο ιστορίας που με περηφάνια ανέφερα στους μαθητές μου, μαζί με την ηλικία σου, όσες φορές δίδαξα νεότερη ιστορία στο Λύκειο. Όμως αυτό τελειώνει σήμερα.
Σήμερα φεύγεις και όλοι αισθανόμαστε ότι μεγαλώσαμε απότομα. Εγώ, ο γιος της κόρης σου Ζωής, την οποία θρήνησες και θρηνήσαμε πολύ νωρίς, δεν έχω πια κανένα παππού για να νιώθω μικρός εγγονός.
Όμως ξέρω ότι έζησες τη ζωή σου με πληρότητα μέσα σε πολλές δυστυχίες αλλά και με πολλές ευτυχισμένες στιγμές. Αξιώθηκες μαζί με την πολυαγαπημένη σου γυναίκα, τη γιαγιά την Κωστούλα, να αποκτήσεις 4 παιδιά, την Αθανασία, τη Ζωή, το Μίμη και τη Γιάννα, 8 εγγόνια και, από αυτά, 12 δισέγγονα.
Δυστυχώς η γιαγιά η Κωστούλα έφυγε νωρίς και σε άφησε μόνο σου, χτυπημένη από πολλές αρρώστιες αλλά κυρίως πικραμένη και απαρηγόρητη από το χαμό της νεότατης κόρης σας Ζωής. Όμως εσύ αντιμετώπιζες το θάνατο σιωπηρά κλαίγοντας μέσα σου κάθε φορά που η συμφορά χτυπούσε την οικογένειά μας κι έχανες κάποιο κοντινό σου πρόσωπο, εκτός από την κόρη σου και τη σύζυγό σου, τα αδέρφια σου Ανδρέα και Κούλα, το γαμπρό σου Παναγιώτη και τόσους άλλους... Ήταν το σκληρό τίμημα της υπεραιωνόβιας πορείας σου.
 Ακλόνητος συμπαραστάτης φρόντισες μέχρι την τελευταία σου στιγμή τη μικρότερη κόρη σου Γιάννα κρατώντας της συντροφιά και αντιμετωπίζοντάς τη, παρά την αναπηρία της, ισότιμα με τα άλλα σου παιδιά.
Ήσουν πάντα αισιόδοξος και ξεπερνούσες τις δυσκολίες με εργατικότητα, αγωνιστικότητα και έγνοια για την ευρύτερη οικογένειά σου και την ευτυχία της. Σου άρεσε να γλεντάς στις γιορτές με φίλους, με τις οικογένειες των παιδιών σου και με τους συμπεθέρους σου. Επεδίωκες με κάθε τρόπο να συγκεντρώνεις την οικογένειά σου και να την κρατάς ενωμένη. Και πάντα γελούσες με την καρδιά σου… Και ταξίδευες… Όσο μπορούσες περισσότερο, ήθελες να επισκέπτεσαι άγνωστα και γνωστά μέρη και ειδικά τους Αγίους Τόπους.
Δε θα ξεχάσω ποτέ τις κουβέντες που κάναμε μαζί τα καλοκαίρια πηγαίνοντας κατά το σούρουπο αλλά και ξημερώματα για ψάρεμα. Ούτε τις εμπειρίες ζωής και επικοινωνίας με τους ανθρώπους, που μου χάρισες, όταν από μικρός σε βοηθούσα στο μαγαζί κατά τις διακοπές των μαθημάτων μου. Και βέβαια ήσουν εσύ που επέμενες να με ξεναγήσεις πρώτος στη Θεσσαλονίκη, όταν αξιώθηκα να εισαχθώ στη Φιλολογία  του Πανεπιστημίου της πόλης. Και με πόση χαρά ξεδίπλωνες τις αναμνήσεις σου από τον καιρό που υπηρετούσες ως στρατιώτης στη Θεσσαλονίκη, καθώς περπατούσαμε μαζί στην προκυμαία της!
Παππού μου, κανείς στο χωριό δεν πρόκειται να ξεχάσει την προσφορά σου. Παρά τις δυσκολίες που υπήρξαν διαχρονικά, δούλεψες σκληρά και διατήρησες το μαγαζί έχοντας πάντα έγνοια τον πελάτη και την εξυπηρέτησή του. Πρόσφερες πολλές δωρεές στην εκκλησία, γνωστές και άγνωστες, και έκανες διάφορα έργα για το νεκροταφείο του Μελισσίου. Λόγω της προσφοράς σου ανακηρύχθηκες δικαίως «Δωρητής της Εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου».
Αλλά και με τον κόσμο του χωριού, τους άντρες και τις γυναίκες, επεδίωκες να έχεις πάντοτε καλές σχέσεις: σε κάθε ευκαιρία για συναναστροφή, στις εκδρομές στα μοναστήρια ή οπουδήποτε αλλού. Αποκορύφωμα υπήρξε η πανηγυρική πρόσκληση που απηύθυνες στους κατοίκους όλου του Μελισσίου με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των εκατοστών γενεθλίων σου. Και πράγματι ένα μεγάλο μέρος των συγχωριανών σου ήρθε να σου ευχηθεί πια: «να τα χιλιάσεις!».
Όμως ο χρόνος, παππού μου, είναι αδίστακτος! Και δε χαρίζεται σε κανέναν. Αλλά εσύ το ήξερες αυτό και χρόνια προετοιμαζόσουν ψυχικά, παρόλο που ρουφούσες κάθε στιγμή της ζωής σου και επεδίωκες με κάθε τρόπο να την παρατείνεις… Όλοι ζηλεύαμε το ακμαίο σου πνεύμα. Αλλά το σώμα σου δυστυχώς σε πρόδωσε…
Ωστόσο, αφήνεις πίσω πολλούς καρπούς. Τα παιδιά σου, η Αθανασία και ο Μίμης με τις οικογένειές τους σε φρόντισαν μέχρι και την τελευταία στιγμή, όπως κάθε γονιός θα ευχόταν. Αλλά και όλα τα εγγόνια σου, από την Πόπη, που ως πανάξια γιατρός σε βοήθησε έμπρακτα σε όλες τις δύσκολες στιγμές, μέχρι και το Γιάννη, που σε μένα δόθηκε η τιμή να τον βαφτίσω με το δικό σου όνομα και ο οποίος βρισκόταν καθημερινά δίπλα σου, όποτε κι αν τον ζήτησες.
Παππού μου, ήρθε η ώρα για το μεγάλο ταξίδι. Ήταν καιρός πια να απελευθερωθείς από το σώμα, που σε είχε καθηλώσει και δε σε άφηνε να χαρείς άλλο τη ζωή, όπως μόνο εσύ ήξερες! Εκεί πάνω σε περιμένουνε πολλοί. Φρόντισε, τώρα που θα είστε πάλι μαζί, να τους κάνεις να γελούν.

Καλό σου ταξίδι…

Μελίσσι, 9/10/2013
Γεώργιος Π. Θεοφιλόπουλος
Φιλόλογος


Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2013

Μια ανανέωση στο πρότυπο του ιστολογίου μας ήταν από καιρό αναγκαία.

Εξάλλου η αλλαγή δεν είναι και πολύ μεγάλη. Ωστόσο το καθιστά πιο λειτουργικό και ευανάγνωστο. Περιμένω λοιπόν τα σχόλιά σας επί των κειμένων μου και επί ... παντός επιστητού.

Καλό Σαββατοκύριακο σε όλες και όλους και ειδικά στις μαθήτριες και τους μαθητές μου.

Σάββατο 13 Απριλίου 2013

Ανδρέας Μηλιώτης, Το Θαλερό μας

Ομιλία κατά την παρουσίαση του βιβλίου
Ξυλόκαστρο, 13/4/2013
Γεώργιος Θεοφιλόπουλος, Φιλόλογος, Med ΕΑΠ

            Κυρίες και Κύριοι,
            Ο Ανδρέας Μηλιώτης μετά τη δημοσίευση της συλλογής διηγημάτων του «Έρως ανίκατε … σάρκαν» και της ποιητικής του συλλογής «Ο έρωτας με έρωτα περνάει» από τις εκδόσεις Πολύφεγγος του εκλεκτού συναδέλφου Σωτήρη Κοκκωνάκη, στρέφεται στη μελέτη της ιστορίας του τόπου του. Δημοσιεύει, λοιπόν, το νέο του βιβλίο «Το Θαλερό μας», αυτή τη φορά από τις εκδόσεις Ίσθμιον, τις οποίες επιμελείται ο ίδιος εκδότης.
            Είναι γεγονός ότι η ιστορία έχει μεγάλη σημασία για τους ανθρώπους. Σκιαγραφεί το πλαίσιο, στο οποίο μπορούν να τοποθετήσουν τόσο τον εαυτό τους όσο και τους άλλους. Τους δίνει μια ταυτότητα στο χώρο και στο χρόνο. Ιδιαίτερα η τοπική ιστορία ασχολείται με τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες μιας μικρής κοινωνίας, συνδέεται με τους τοπικούς θεσμούς και ανατροφοδοτεί την τοπική ταυτότητα και αυτογνωσία.
            Ο στενός συναισθηματικός δεσμός του Ανδρέα Μηλιώτη με το χωριό του, το Θαλερό Κορινθίας, του δημιούργησε το ενδιαφέρον να ερευνήσει, να καταγράψει και να παρουσιάσει τα ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά του τόπου του. Στόχος του είναι να διασώσει διάφορες ιστορικές, φιλολογικές και λαογραφικές πληροφορίες και να δημιουργήσει έτσι τον ομφάλιο λώρο που θα συνδέσει τους γεροντότερους αλλά κυρίως τους νεότερους Θαλερίτες με το παρελθόν τους.
            Το βιβλίο ξεκινά με την παράθεση του ποιήματος Θαλερό του Άγγελου Σικελιανού. Παρεμβάλλεται ο πρόλογος του βιβλίου (από τον υποφαινόμενο) και ακολουθεί η σύντομη μελέτη για το ποίημα του Σικελιανού της κριτικού λογοτεχνικών κειμένων Κωνσταντίνας Καραβά. Επιπλέον παρατίθεται απόσπασμα από το βιβλίο του Γιώργου Καρούλα «Σελίδες από την ιστορία του Κιάτου». Εκεί αναφέρονται πληροφορίες για το Θαλερό του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, γύρω από τα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, με βάση την απογραφή πληθυσμού από το Γάλλο στρατηγό Μαιζώνα. Το χωριό τότε ονομαζόταν Θολερό.
            Στα κυρίως κεφάλαια του βιβλίου του ο συγγραφέας παρακολουθεί την τοπική εξέλιξη του χωριού στη διάρκεια του ιστορικού χρόνου, από την ίδρυσή του κατά το 17ο αιώνα και εξής, φωτίζοντας τις αλλαγές που βίωσε η τοπική κοινωνία. Θρύλοι και παραδόσεις συμπλέκονται άρρηκτα με το ιστορικό παρελθόν. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο ερμηνεύεται η μετονομασία του χωριού από Θολερό σε Θελερό. Η δε ονομασία Θαλερό έλκει την καταγωγή της από το ομώνυμο ποίημα του Σικελιανού, καθώς ο ποιητής είχε αναπτύξει ιδιαίτερη σχέση με το χωριό και το επισκεπτόταν πολύ συχνά, όταν ερχόταν στο σπίτι που είχε χτίσει στη Συκιά.
            Στο βιβλίο γίνεται λόγος για τις πρώτες οικογένειες του χωριού. Παρουσιάζεται επίσης η ιστορία της εκκλησίας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ενώ σε άλλο κεφάλαιο γίνεται σύντομη αναφορά για τη Μονή Αγίου Αθανασίου καθώς και για τα ξωκλήσια της Αγίας Παρασκευής και της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Από ένα τέτοιο βιβλίο δε θα μπορούσαν, είναι αλήθεια, να λείπουν στοιχεία για τον πατριωτισμό των κατοίκων του Θαλερού κατά τη γερμανική κατοχή.
            Ωστόσο η ματιά του συγγραφέα δε μένει προσηλωμένη μόνο στην ιστορία αλλά στρέφεται και στη λαογραφία του χωριού του, αφού καταγράφει με ιδιαίτερο ενθουσιασμό θρύλους, παραδόσεις αλλά και έθιμα, τα οποία οι σημερινοί Θαλερίτες φροντίζουν να αναβιώνουν κάθε χρόνο.
            Όσοι γνωρίζουν τον Ανδρέα Μηλιώτη, την ταπεινότητα και τη μετριοφροσύνη με την οποία αυτός ο πνευματικός άνθρωπος του Θαλερού αντιμετωπίζει τη ζωή, θα αντιληφθούν εύκολα γιατί αφιερώνει ένα πολύ μικρό μέρος του βιβλίου του σε αυτοβιογραφικά του στοιχεία. Εξάλλου δε θα μπορούσε, και να το ήθελε άλλωστε, να κρύψει την απέραντη αγάπη για τη μητέρα του Ερμιόνη. Ας μην ξεχνάμε ότι της είχε αφιερώσει ήδη το πρώτο του πόνημα «Έρως ανίκατε … σάρκαν» με τα εξής λόγια: «Αφιερωμένο στη μητέρα μου Ερμιόνη, που με τις γνώσεις της με μύησε στη λογοτεχνία.» Θα μπορούσε άραγε να υπάρξει σπουδαιότερη αναγνώριση για την προσφορά της μάνας; Η μύηση στη λογοτεχνία, η ώθηση στην πνευματική ζωή και την επιστήμη, κατά παραδοχή του συγγραφέα, οφείλονται στη μητέρα του!
            Στο δέκατο και τελευταίο κεφάλαιο κάνει ιδιαίτερη αναφορά στους σπουδαίους γόνους του Θαλερού και τα επιτεύγματά τους. Τέλος, στον επίλογο τεκμηριώνει την άποψη ότι δεν ήταν η Μαρία Παύλου αλλά η Σοφία Λινάρδου η Θαλερίτισσα «μούσα», η οποία ενέπνευσε το Σικελιανό στη δημιουργία του  ποιήματος για το Θαλερό.
            Στις υφολογικές αρετές του βιβλίου θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε την αφηγηματική ικανότητα του συγγραφέα αλλά και την πηγαία και αβίαστη έκφραση, η οποία διαφαίνεται στην καθαρότητα και την απλότητα του λαϊκού λόγου. Διάχυτο, εξάλλου, είναι και το χιούμορ του συγγραφέα που τολμά να φτάσει μέχρι και τον αυτοσαρκασμό.

            Κυρίες και κύριοι, αγαπητές Θαλερίτισσες και αγαπητοί Θαλερίτες,

Σήμερα περισσότερο από ποτέ, την ώρα που ο μύλος της παγκοσμιοποίησης αλέθει κάθε τοπική διαφοροποίηση, είναι επιτακτική η ανάγκη να διασωθούν τα ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά κάθε τόπου. Χάρη στον Ανδρέα Μηλιώτη όλοι, όσοι καταγόμαστε από το Θαλερό, και ειδικά οι νεότεροι, από την ώρα τούτη, που κρατάμε αυτό το βιβλίο στα χέρια μας, γνωρίζουμε πολύ καλύτερα πλέον ποιοι είμαστε.


Σας ευχαριστώ!